Υποδόρια λιπο- υπερτροφία: Είναι αποτέλεσμα της δράσης της ινσουλίνης ή του τραύματος της ένεσης;

H καθημερινή εξωγενής χορήγηση ινσουλίνης αποτελεί προς το παρόν την μοναδική θεραπευτική επιλογή για την θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (Σ∆1). Η αγωγή συνίσταται σε επαναλαμβανόμενες υποδόριες χορηγήσεις σε μια περιοχή του σώματος όπου ασκείται σωρευτική δράση της ινσουλίνης και του μικροτραύματος της ένεσης. Συχνά στην περιοχή που ενίεται η ινσουλίνη παρατηρείται τοπική αύξηση των λιποκυττάρων που γίνεται αντιληπτή ως μια υπόσκληρη μικρή περιοχή και χαρακτηρίζεται ως λιπουπερτροφία (ΛΥΠ). Για την εκδήλωση αυτή έχουν ενοχοποιηθεί η τοπική δράση, στα λιποκύτταρα, της χορηγούμενης ινσουλίνης και ο μηχανικός τραυματισμός των ιστών από τη βελόνη με τα υπάρχοντα στοιχεία από μελέτες να συνηγορούν υπέρ της πρώτης άποψης. Σε πρόσφατη μελέτη, πάνω από 60 στους 100 ασθενείς εμφάνισαν ΛΥΠ. Εύρημα που συμφωνεί και με προηγούμενες μελέτες. Γενικά, με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία, η συχνότητα ΛΥΠ κυμαίνεται μεταξύ 29% και 76%. Σε πρόσφατη μετανάλυση 26 μελετών, 38% των ατόμων με Σ∆1 παρουσίαζε ΛΥΠ. Τα ανωτέρω δεδομένα καθιστούν προφανή την ανάγκη να εκτιμηθούν, στο πλαίσιο της πρόληψης, οι παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση αυτής της διαταραχής.

Αυτή η υπερτροφική άθροιση των λιποκυττάρων μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην απορρόφηση της ινσουλίνης, γεγονός που είναι φυσικό να επηρεάσει τη ρύθμιση του σακχάρου αίματος. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι τα άτομα με ΛΥΠ παρουσιάζουν περισσότερα επεισόδια ανεξήγητης υπογλυκαιμίας και μεγαλύτερων διακυμάν σεων των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Αυτό αποδίδεται στην διαφορετική απορρόφηση της ινσουλίνης όταν η ένεση γίνεται σε περιοχή του δέρματος με ΛΥΠ. Έτσι εξηγείται η παρατήρηση ότι άτομα με ΛΥΠ παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (ΗβΑ1c) και υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβητικής κετοξέωσης. Οι παράγοντες που επηρεάζουν αυτή την τοπική εκδήλωση αναζητήθηκαν σε μια μελέτη 372 ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (Σ∆1). Η ανάλυση έδειξε ως πιθανές αιτίες το φύλο, το δείκτη μάζας σώματος (∆ΜΣ), τα επίπεδα της ΗβΑ1c, το είδος της συσκευής χορήγησης της ινσουλίνης, την περιοχή ένεσης, το μήκος της βελόνας, το είδος της χρησιμοποιούμενης ινσουλίνης και το ποσό της ημερήσιας δόσης. Περαιτέρω ανάλυση ωστόσο, απέκλεισε πολλούς από τους παραπάνω παράγοντες, και ως σημαντικοί παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση ΛΥΠ παρέμειναν:

  • α) η χρησιμοποίηση μικρής περιοχής του σώματος για την χορήγηση της ινσουλίνης,
  • β) η μη εφαρμογή της τεχνικής της μετακινούμενης επιλογής της θέσης της ένεσης κυκλικά,
  • γ) η χρησιμοποίηση έτοιμων μειγμάτων ινσουλινών,
  • δ) το χαμηλό σωματικό βάρος [∆είκτης μάζας σώματος (∆ΜΣ) μικρότερος του 18,5].

Η έκταση της επιφάνειας του σώματος στην οποία γίνεται η ένεση ινσουλίνης αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, σημαντικό παράγοντα υπό την έννοια ότι, όσο πιο μικρή είναι η έκταση της επιφάνειας τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος εμφάνισης ΛΥΠ. Σύμφωνα με μελέτες, όταν η επιφάνεια όπου γίνεται η χορήγηση ινσουλίνης είναι 5χ5 εκατοστά η συχνότητα ΛΥΠ φθάνει σε ποσοστό 55% – 89%, ενώ όταν η επιφάνεια είναι 8χ12 εκατοστά η συχνότητα ΛΥΠ πέφτει στο 18% – 42%.

Η επιλογή της τεχνικής της κυκλικής μετακίνησης της θέσης της ένεσης ινσουλίνης είναι επίσης σημαντική για τη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης ΛΥΠ. Η εφαρμογή της τεχνικής αυτής κατεβάζει, σύμφωνα με στοιχεία μελετών, την συχνότητα ΛΥΠ σε ποσοστό μεταξύ 5% και 10%. Ειδικότερα, στην μελέτη που προαναφέρθηκε, η εφαρμογή της τεχνικής της κυκλικής επιλογής της θέσης ένεσης είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ΛΥΠ σε ποσοστό 27% όταν σε άτομα με μη εφαρμογή αυτής της τεχνικής το ποσοστό ήταν 84%. Ορισμένα από τα έτοιμα μείγματα ινσουλινών αυξάνουν επίσης την πιθανότητα εμφάνισης ΛΥΠ.

Άτομα με Σ∆1 που ελάμβαναν κρυσταλλική ινσουλίνη σε συνδυασμό με ανάλογα ινσουλίνης μακράς δράσης είχαν τριπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν ΛΥΠ, σε σύγκριση με εκείνα που ελάμβαναν ταχείας δράσης και μακράς δράσης ανάλογα ινσουλίνης Εκτιμάται ότι τα προγευματικά, ταχείας δράσης, ανάλογα ινσουλίνης, λόγω της ταχύτερης απορρόφησης τους παραμένουν μικρότερο χρόνο στο σημείο της ένεσης και έτσι μειώνεται η λιπουπερπλαστική δράση τους στα λιποκύτταρα. Αυτό υποστηρίζεται αφενός από μελέτες που δείχνουν μικρότερης διάρκειας έκθεση των λιποκυττάρων στη δράση των ανάλογων ινσουλίνης και αφετέρου από κλινικές παρατηρήσεις όπου η χρήση παλαιότερων μειγμάτων ινσουλινών συνοδεύονταν από τετραπλάσια πιθανότητα ΛΥΠ, σε σύγκριση με το συνδυασμό νεότερων μειγμάτων, παρά τον μεγαλύτερο αριθμό ενέσεων κατά τη χρήση των τελευταίων, στοιχείο που αποενοχοποιεί τον μικροτραυματισμό της ένεσης ως αίτιο ΛΥΠ .

Το χαμηλό σωματικό βάρος σε άτομα με Σ∆1, βρέθηκε ότι αποτελεί, επίσης, ένα πρόσθετο παράγοντα κινδύνου εμφάνισης ΛΥΠ. Αυτό πιθανώς οφείλεται στην ελάττωση του αριθμού ή και/της λειτουργίας των λιποκυττάρων στον υποδόριο ιστό που συνοδεύονται από επιπτώσεις σε παρακείμενος ιστός όπως ο μυϊκός, όπου παρατηρείται μυϊκή δυστροφία. Με τη χρήση υπερήχων διαπιστώθηκε ότι σε παιδιά με Σ∆1, η αποκατάσταση της μυϊκής δυστροφίας και της δυστροφίας των υπερκείμενων δομών δεν είχαν αποκατασταθεί ακόμα και μετά 6 μήνες αποφυγής ένεσης ινσουλίνης στις περιοχές που μελετήθηκαν. Τα ευρήματα αυτά χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής γιατί, στις 35 από τις 45 περιπτώσεις, αυτό αφορούσε σε παιδιά με σωματικό βά ρος κάτω του φυσιολογικού. Αρνητική συσχέτιση μεταξύ του ∆ΜΣ και της έντασης των δερματικών αλλαγών διαπιστώθηκε επίσης και σε άτομα με Σ∆1 που χρησιμοποιούσαν αντλία ινσουλίνης.

Όπως προαναφέρθηκε, ο αριθμός των ενέσεων ινσουλίνης δεν επηρεάζει την συχνότητα εμφάνισης ΛΥΠ. Όμως, σε αρκετές περιπτώσεις για λόγους οικονομίας χρησιμοποιείται η ίδια βελόνη ινσουλίνης περισσότερες φορές. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα εντονότερου τραυματισμού των ιστών στο σημείο της ένεσης που ενδεχομένως αυξάνει τον κίνδυνο ΛΥΠ. Αρκετές μελέτες δεν βρήκαν σημαντική διαφορά στη συχνότητα ΛΥΠ από την χρήση της βελόνης για περισσότερες από μια φορά. Ωστόσο, αντίθετη θέση διατυπώθηκε με βάση τα ευρήματα ευρωπαϊκής μελέτης. Συνεπώς, η ωφέλεια από τη σύσταση για την αποφυγή της ΛΥΠ να χρησιμοποιείται μία φορά η βελόνα ινσουλίνης, είναι συζητήσιμη. Συμπερασματικά, η κυκλική μετακίνηση των ενέσεων ινσουλίνης στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση του δέρματος και η χρήση ανάλογων ινσουλίνης ταχείας και μακράς δράσης από άτομα με Σ∆1, είναι σημαντικές και τροποποιήσιμες ενέργειες οι οποίες ελαχιστοποιούν την προκαλούμενη από την ινσουλίνη ΛΥΠ. Ο ημερήσιος αριθμός των ενέσεων δεν φαίνεται να επηρεάζει την εμφάνιση της, ενώ η επαναχρησιμοποίηση της βελόνας καλό είναι να αποφεύγεται.


Τεύχος 54 σελίδα 25 Πατήστε εδώ

Related Post