Ανοσογονικότητα μετά από εμβολιασμό με SARS-CoV-2 BNT162b2 σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη

Νικόλαος Τεντολούρης

Καθηγητής Παθολογίας, Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική και Ειδική Νοσολογία, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών & Διαβητολογικό Κέντρο, ΓΝΑ «Λαϊκό»

Η νόσος COVID-19 συνδέεται με υψηλή νοσηρότητα και θνησιμότητα σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ).Είναι γνωστό ότι η υπεργλυκαιμία στον ΣΔ σχετίζεται με δυσλειτουργία της φυσικής και επίκτητης ανοσολογικής απάντησης, γεγονός που καθιστά τους ασθενείς με ΣΔ ευάλωτους σε λοιμώξεις. Ο ρόλος του ΣΔ στην επίδραση της ανταπόκρισης μετά από εμβολιασμό δεν έχει διερευνηθεί πλήρως.

Μελέτες έχουν δείξει μειωμένη ανοσογονικότητα στο εμβόλιο της ηπατίτιδας Β σε ασθενείς με ΣΔ. Ωστόσο, δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση με άλλα εμβόλια όπως της γρίπης, του πνευμονιόκοκκου και του έρπητα ζωστήρα. Σε αυτή την προοπτική μελέτη παρατήρησης, εξετάσαμε την ανοσολογική ανταπόκριση ατόμων με ΣΔ μετά τον εμβολιασμό με το mRNA εμβόλιο BNT162b2.

Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν άτομα που επισκέφθηκαν το εμβολιαστικό κέντρο του Γενικού Νοσοκομείου «Λαϊκό» το διάστημα μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου του 2021 και αντιστοιχίστηκαν ως προς την ηλικία (±3 έτη) και με αναλογία 1:2 με άτομα χωρίς ΣΔ. Κριτήρια αποκλεισμού ήταν η κύηση, το ιστορικό κακοήθειας, συστηματικής λήψης κορτικοστεροειδών ή/και ανοσοτροποποιητικών φαρμάκων, τελικού σταδίου χρόνιας νεφρικής νόσου και κίρρωσης του ήπατος.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό “Vaccines 2022, 10:382” (https://doi.org/10.3390/vaccines10030382) και αποτελεί αντικείμενο διδακτορικής διατριβής της κυρίας Ελένης Παπαδοκωστάκη.

Πραγματοποιήθηκε προσδιορισμός του τίτλου των αντισωμάτων IgG έναντι του receptor-binding domain (RBD) της υπομονάδας S1 της πρωτεΐνης ακίδας του ιού σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, δηλαδή 21 ημέρες μετά την 1η δόση του εμβολίου και πριν από τη χορήγηση της 2ης δόσης (Τ1), 7–15 ημέρες μετά τη 2η δόση (Τ2) και 70–75 ημέρες μετά τη 2η δόση του εμβολίου. Η μέτρηση των αντισωμάτων διενεργήθηκε με τη δοκιμασία SARS-CoV-2 IgG II Quant της Abbott, η οποία προσδιορίζει IgG αντισώματα έναντι του RBD της υπομονάδας S1 της πρωτεΐνης ακίδας του ιού.

Το εύρος των τιμών κυμαίνεται μεταξύ 21 και 40.000 AU/mL, με ειδικότητα 99,55% και κλινική ευαισθησία 98,81% σε δείγματα που έχουν ληφθεί ?15 ημέρες μετά από θετική PCR, με κατώτερο όριο το 50 AU/mL. Συνολικά, 58 άτομα με ΣΔ (14 άτομα με ΣΔτ1 και 44 άτομα με ΣΔτ2) και 116 άτομα χωρίς ΣΔ συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Στην T1 αντισώματα Abs-RBD-IgG >50 AU/mL είχε το 82,8% των συμμετεχόντων με ΣΔ και το 91,4% χωρίς ΣΔ (p=0,093). 7-15 ημέρες μετά τη 2η δόση (Τ2) παρατηρήθηκε αύξηση του τίτλου των αντισωμάτων και όλοι οι συμμετέχοντες (100%) χωρίς ΣΔ και το 96,6% αυτών χωρίς ΣΔ (p=0,110) είχαν Abs-RBD-IgG >50 AU/mL. 70-75 μετά τη 2η δόση (Τ3) όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη παρέμεναν οροθετικοί. Ωστόσο, παρατηρήθηκε μείωση του τίτλου των αντισωμάτων κατά 73% σε άτομα χωρίς και κατά 76% σε άτομα με ΣΔ. Οι μέσοι γεωμετρικοί τίτλοι των αντισωμάτων δε διέφεραν στατιστικώς σημαντικά μεταξύ των ατόμων με και χωρίς ΣΔ τόσο στην Τ1 όσο και στην Τ2 και την Τ3 (εικόνα 1). Στους ασθενείς με ΣΔ σημαντική αρνητική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ της ηλικίας και του τίτλου των αντισωμάτων στην Τ1 (r=-0,309, p=0,032), αλλά όχι στην Τ2 και στην Τ3, ενώ δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση μεταξύ του τίτλου των αντισωμάτων και του φύλου, του δείκτη μάζας σώματος (BMI), της διάρκειας του διαβήτη και της HbA1c στην Τ1, στην Τ2 και στην Τ3.

Ομοίως, στα άτομα χωρίς ΣΔ σημαντική αρνητική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ του τίτλου των αντισωμάτων και της ηλικίας στην Τ1, αλλά όχι στην Τ2 και στην Τ3 (r=-0,214, p=0,031).

Ένα ποσοστό 25% και 12% των συμμετεχόντων ανέφεραν ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες μετά την πρώτη και τη δεύτερη δόση, αντίστοιχα, όπως πόνο στο σημείο της ένεσης, πυρετό και κεφαλαλγία.

Στη συγκεκριμένη μελέτη το 17% των ατόμων με ΣΔ σε σύγκριση με το 8% των ατόμων χωρίς ΣΔ δεν ανέπτυξαν ικανοποιητική ανοσολογική απάντηση στην 1η δόση του εμβολίου. Ωστόσο, η χυμική ανοσολογική απάντηση ήταν επαρκής και όμοια με τους υγιείς μάρτυρες μετά τη 2η δόση του εμβολίου και παρουσίασε παρόμοια μείωση 2 μήνες μετά τη 2η δόση σε άτομα με και χωρίς ΣΔ.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η υπεργλυκαιμία και ο ΣΔ δεν επηρεάζουν την ανοσολογική απάντηση ή την κινητική των αντισωμάτων μετά από λοίμωξη από τον ιό SARS-CoV-2. Όσον αφορά στην ανοσολογική ανταπόκριση ασθενών με ΣΔ μετά από εμβολιασμό για τον SARS-CοV-2, πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει διφορούμενα αποτελέσματα.

Σε μια μελέτη 150 ατόμων με ΣΔτ1 και ΣΔτ2 στην Αυστρία ο τίτλος των αντισωμάτων μετά από εμβολιασμό για SARS-CοV-2 ήταν όμοιος με υγιείς ενήλικες 14-21 ημέρες μετά τον εμβολιασμό και ανεξάρτητος από τον γλυκαιμικό τους έλεγχο. Σε μια άλλη μελέτη στην Ιταλία, 117 άτομα με ΣΔ και κακή γλυκαιμική ρύθμιση (HbA1c >7%) παρουσίασαν μικρότερη ανοσολογική απάντηση σε σύγκριση με 134 άτομα με καλό γλυκαιμικό έλεγχο (HbA1c <7%) και με υγιείς μη διαβητικούς ενήλικες. Στην παρούσα μελέτη η ανοσολογική απάντηση δε συσχετίστηκε με τον γλυκαιμικό έλεγχο. Ωστόσο, οι περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν καλό γλυκαιμικό έλεγχο και η μέση τιμή της HbA1c των συμμετεχόντων ήταν 6,8%. Συμπερασματικά, τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι τα άτομα με ΣΔ έχουν επαρκή ανοσολογική απάντηση.

Εικόνα 1. Τίτλοι IgG αντισωμάτων έναντι του κορωνοϊού (SARS-CoV-2) που μετρήθηκαν 21 ημέρες μετά την πρώτη δόση και πριν από τη δεύτερη δόση εμβολίου (Τ1), 7-15 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση (Τ2) και 70-75 ημέρες μετά τη δεύτερη και πριν από την τρίτη δόση εμβολίου (Τ3). Οι μαύρες στήλες δείχνουν τα αποτελέσματα σε άτομα χωρίς διαβήτη και οι γκρίζες στήλες σε άτομα με διαβήτη.

Related Post