Η πλούσια διατροφή σε προϊόντα φυτικής προέλευσης προφυλάσσει από την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2

H διατροφή, τροποποιήσιμος παράγοντας της καθημερινότητας των ανθρώπων, καθορίζει σε σημαντικό βαθμό την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (Σ∆2). Αρκετές επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια και ξηρούς καρπούς συνοδεύεται από χαμηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης Σ∆2. Σε αντίθεση, διατροφή πλούσια σε ζωικά λίπη, και παράγωγα γάλακτος συνοδεύεται από αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Παρόλο που πολλές ομάδες τροφίμων μοιάζουν να επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης Σ∆2, οι άνθρωποι γενικά δεν καταναλώνουν συγκεκριμένα τρόφιμα ή ομάδες τροφίμων αλλά διαφορετικά μείγματα. Συνεπώς, η επίδραση της διατροφής στην υγεία εκτιμάται αντικειμενικότερα όταν εκτιμάται συνολικά η διατροφική συμπεριφορά. Προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι διατροφή πλούσια σε φυτικής προέλευσης τρόφιμα συνοδεύεται από βελτίωση της γλυκαιμίας σε άτομα με διαβήτη και μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης Σ∆2 . Ωστόσο, αυτές οι μελέτες αντλήσαν τα στοιχεία τους χωρίζοντας τα άτομα σε «φυτοφάγους» και «μη φυτοφάγους».

Όμως, αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι ο πλέον κατάλληλος για την κατανόηση της επίδρασης της φυτικής διατροφής στο δυτικό κόσμο γιατί αυτό δεν ανταποκρίνεται αξιόπιστα στα διαιτητικά πρότυπα ενός μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού. Για την συναγωγή αξιόπιστων αποτελεσμάτων και τη σύσταση οδηγιών στο κοινωνικό σύνολο είναι σημαντικότερο να γνωρίζουμε εάν διατροφή που περιέχει περισσότερα φυτικής προέλευσης και λιγότερα ζωικής προέλευσης τρόφιμα επηρεάζει την ινσουλινοαντίσταση και τον κίνδυνο εμφάνισης Σ∆2. Σε προηγούμενες μικρές προοπτικές μελέτες επιχειρήθηκε να ερμηνευθεί η ευνοϊκή επίδραση της πλούσιας σε προϊόντα φυτικής προέλευσης διατροφής, στην πρόληψη του Σ∆2 με αντικρουόμενα αποτελέσματα. Πιθανολογείται ότι ο τρόπος που εκτιμήθηκε η πρόσληψη τροφίμων φυτικής προέλευσης, ευθύνεται για την συγκάλυψη μικρού μεν αλλά σημαντικού βιολογικού αποτελέσματος. Το πρόβλημα αυτό αντιμετώπισαν δύο πρόσφατες προοπτικές μελέτες οι οποίες εκτίμησαν την επίδραση διατροφής πλούσιας σε προϊόντα φυτικής προέλευσης στην πρόληψη του Σ∆2.

Η πρώτη έγινε σε πληθυσμό των ΗΠΑ και η δεύτερη σε πληθυσμό της Ολλανδίας. Και στις δύο μελέτες το καθημερινό διαιτολόγιο καταγράφηκε με τη συμπλήρωση ειδικών ερωτηματολογίων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η αμερικάνικη μελέτη, η οποία περιλάμβανε 200.000 άτομα, έδειξε ότι, η εμφάνιση του Σ∆2 ελαττώνεται όσο αυξάνεται η κατανάλωση τροφίμων φυτικής προέλευσης έναντι εκείνων ζωικής προέλευσης ανεξάρτητα από το δείκτη μάζας σώματος (∆ΜΣ). Η δεύτερη μελέτη, μελέτη Rotterdam, έγινε σε 15.000 άτομα και αναζήτησε την επίπτωση της πλούσιας φυτικής διατροφής στη συχνότητα προδιαβήτη και Σ∆2 εκτιμώντας ταυτόχρονα την ινσουλινοαντίσταση. Μετά επταετή παρακολούθηση και καταγραφή των διαιτητικών συνηθειών των συμμετεχόντων διαπιστώθηκε ότι η μεγαλύτερη κατανάλωση φυτικής προέλευσης τροφίμων συνοδεύεται από ελαττωμένη ινσουλινοαντίσταση και μικρότερη συχνότητα προδιαβήτη και Σ∆2. Η διόρθωση ως προς το ∆ΜΣ ανέτρεψε την ευνοϊκή επίπτωση της φυτικής διατροφής στον κίνδυνο εμφάνισης προδιαβήτη όχι όμως στην ινσουλινοαντίσταση και τον Σ∆2. Παρόμοια αποτελέσματα έδειξε και μια ευρωπαϊκή προοπτική πολυκεντρική μελέτη (η EPIC-InterAct) που περιέλαβε πληθυσμιακές ομάδες από οκτώ χώρες, με διαφορετικές διατροφικές συνήθειες. Στην μετανάλυση των δεδομένων της μελέτης, παρατηρήθηκε ότι η υψηλότερη πρόσληψη φρούτων και λαχανικών σε σύγκριση με την μικρότερη συνοδεύονταν από 16% μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης Σ∆2. Αρκετοί μηχανισμοί προτάθηκαν για την εξήγηση της προστατευτικής δράσης της πλούσιας φυτικής διατροφής, στην εμφάνιση Σ∆2. Τα τρόφιμα φυτικής προέλευσης είναι πλούσια σε φυτικές ίνες, ουσιώδη αμινοξέα, μη κορεσμένα λιπαρά οξέα και αντιοξειδωτικούς παράγοντες, ευεργετικά στοιχεία που μπορούν να επηρεάζουν την εμφάνιση Σ∆2 μέσω της επίδρασης στην διατήρηση χαμηλότερου σωματικού βάρους και την μείωση της χρόνιας φλεγμονής.

Οι φυτικές ίνες είναι γνωστό ότι καθυστερούν την κένωση του στομάχου και συνεπώς ελαττώνουν την μεταγευματική αύξηση του σακχάρου, στοιχείο που έχει ευνοϊκή επίδραση στο σωματικό βάρος και την φλεγμονή του τοιχώματος των αγγείων. Οι πρωτεΐνες των δημητριακών περιέχουν σημαντικά ποσά των αμινοξέων αργινίνη και γλυκίνη που σχετίζονται με ελαττωμένα επίπεδα χοληστερόλης. Επίσης, η αυξημένη πρόσληψη ακόρεστων λιπαρών οξέων έχει συσχετιστεί με χαμηλότερη ενεργότητα χρόνιας φλεγμονής και χαμηλότερο σωματικό βάρος , ενώ η παρουσία πολυφαινολών οδηγεί σε ελάττωση της ινσουλινοαντίστασης. Η παρουσία αντιοξειδωτικών παραγόντων έχει υποτεθεί ότι προφυλάσσει από την εμφάνιση διαβήτη. Ωστόσο, αρκετές μελέτες με χορήγηση βιταμινών, όπως β-καροτένιου και βιταμίνης C, δεν έδειξαν ευνοϊκό αποτέλεσμα. Είναι πιθανό η ευνοϊκή επίδραση της πλούσιας σε προϊόντα φυτικής προέλευσης διατροφής, να οφείλεται στη λήψη μείγματος διαφόρων αντιοξειδωτικών που περιέχονται σε φρούτα και λαχανικά. Είναι επίσης πιθανό η μείωση του κινδύνου εμφάνισης Σ∆2 από την χρήση άφθονων φρούτων και λαχανικών να οφείλεται στο χαμηλότερο σωματικό βάρος στα άτομα αυτά.

Ενδεχομένως, επίσης, η ευνοϊκή δράση των πράσινων λαχανικών να οφείλεται στην προμήθεια μαγνησίου, που περιέχουν σε σημαντικές ποσότητες, στον οργανισμό. Μελέτες στις οποίες χορηγήθηκε μαγνήσιο έδειξαν ότι βελτιώνεται ο μεταβολισμός της γλυκόζης και ελαττώνεται ο κίνδυνος εμφάνισης Σ∆2. Είναι φανερό ότι χρειάζονται επιπλέον μελέτες για την ερμηνεία της προστατευτικής δράσης της φυτικής διατροφής στην εμφάνιση Σ∆2. Συμπερασματικά, η άγνοια των μηχανισμών άσκησης της ευνοϊκής επίδρασης με κανένα τρόπο δεν αναιρεί την εφαρμογή διατροφής πλούσιας σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, λόγω των πολλαπλών ευεργετικών επιδράσεων της στην υγεία.


Τεύχος 54 σελίδα 31 Πατήστε εδώ

Related Post