Σακχαρώδης διαβήτης και μυκητιασικές λοιμώξεις δέρματος

Ο σακχαρώδης διαβήτης (Σ∆), ένα χρόνιο νόσηµα, αποτελεί την πιο κοινή µεταβολική διαταραχή, µε προοδευτικά αυξανόµενο αριθµό νεοδιαγνωσθέντων ατόµων. Η υπεργλυκαιµία οδηγεί σε σηµαντικές µεταβολικές και ανοσολογικές αλλαγές, συνεπώς άτοµα µε διαβήτη τείνουν να είναι πιο επιρρεπή σε λοιµώξεις δέρµατος και µαλακών µορίων. ∆ερµατικές λοιµώξεις συµβαίνουν στο 20% – 50% των ανεπαρκώς ελεγχόµενων διαβητικών και πιο συχνά στο διαβήτη τύπου 2. Οι λοιµώξεις διακρίνονται σε µυκητιασικές, βακτηριακές και ιογενείς. Μπορεί να συνδέονται µε ανώµαλη µικροκυκλοφορία, νόσο περιφερικών αγγείων, διαβητική νευροπάθεια σε συνδυασµό µε τη διαταραχή του ανοσιακού συστήµατος. Οι δερµατικές λοιµώξεις µπορεί να αποτελέσουν και την πρώτη εκδήλωση του διαβήτη. Οι συνηθέστερες µυκητιασικές λοιµώξεις διακρίνονται σε λοιµώξεις από Candida spp και σε αυτές από δερµατόφυτα.

ΚΑΝΤΙΝΤΙΑΣΕΙΣ

Σύµφωνα µε τη βιβλιογραφία, οι συχνότερες µυκητιασικές λοιµώξεις στο διαβήτη είναι οι µυκητιάσεις από Candida. Προσβάλλουν τόσο τους βλεννογόνους όσο και το δέρµα. Ο ζυµοµύκητας Candida albicans είναι το συχνότερο παθογόνο. Χαρακτηρίζονται από σαφώς αφοριζόµενες, ερυθηµατώδεις, διαβρωµένες, πολυκυκλικές πλάκες µε µικρές φυσσαλίδες στην περιφέρεια (δορυφόρος φλυκταίνωση). Συνοδεύονται από κνησµό και αίσθηµα καύσου. Η προσβολή του στοµατικού βλεννογόνου εµφανίζεται µε τη µορφή γλωσσίτιδας (γλώσσα έντονα ερυθρή) και γωνιακής χειλίτιδας ή στοµατίτιδας, συνήθως προσβάλλονται και οι δυο πλευρές του στόµατος. Ενίοτε συνοδεύεται και από δυσφαγία. Στις γυναίκες η Candida spp προκαλεί αιδοιοκολπίτιδα (λευκόχροα πηκτά κολπικά υγρά). Στους άνδρες προκαλεί βαλανίτιδα/βαλανοποσθίτιδα (διαβρώσεις, βλατίδες, φλύκταινες στη βάλανο και ακροποσθία) που µπορεί να οδηγήσει και σε φίµωση. Οι υποτροπιάζουσες λοιµώξεις της γεννητικής χώρας µπορεί και να υποκρύπτουν σακχαρώδη διαβήτη. Η έντονη εφίδρωση και οι συνθήκες παρατεταµένης υγρασίας οδηγούν στην εµφάνιση βλαβών στις πτυχές του σώµατος (παρατρίµµατα). Βλάβες µπορεί να εµφανισθούν υποµαζικά, στις µασχάλες, στις µηρογεννητικές πτυχές, στη περιπρωκτική περιοχή και το περίνεο καθώς και στις µεσοδακτύλιες πτυχές, πιο συχνά µεταξύ 3ου και 4ου δακτύλου των χεριών ή µεταξύ 4ου και 5ου δακτύλου των ποδιών. Ο ζυµοµύκτας Candida spp µπορεί να προσβάλλει και την περιοχή γύρω από το νύχι, (παρωνυχία οξεία ή χρόνια) καθώς και το ίδιο το νύχι (ονυχοµυκητίαση). Η παρωνυχία εκδηλώνεται µε πόνο και αίσθηµα τάσης στην περιοχή. Η περιοχή γύρω από το νύχι είναι αρχικά εξέρυθρη, οιδηµατώδης και στη συνέχεια παρατηρείται συλλογή πύου στη θέση αυτή. Η ονυχοµυκητίαση είναι 3 φορές συχνότερη στο διαβήτη, µε το γένος Candida spp να προσβάλλει πιο συχνά τα νύχια των χεριών. Τα νύχια είναι δυστροφικά µε άλλοτε άλλου βαθµού πάχυνση, εύθραυστα, µε αλλαγή του χρώµατος τους και απώλεια της στιλπνότητας τους. Το νύχι µπορεί να διαχωρισθεί από την κοίτη του (ονυχόλυση).

∆ΕΡΜΑΤΟΦΥΤΙΕΣ

Πρόκειται για επιφανειακές λοιµώξεις. Συχνά παθογόνα είναι τα Trichophyton rubrum, Trichophyton mentagrophytes, Epidermophyton floccosum. Εµφανίζονται µε τη µορφή σαφώς αφοριζόµενων ερυθρών ή καστανών πλακών µε απολέπιση. Χαρακτηριστικό τους είναι η κεντρική ίαση µε την περιφερική επέκταση. Προσβάλλουν: > Πόδια – πέλµατα, tinea pedis (πόδι του αθλητή)

> τις µεσοδακτύλιες πτυχές µε χαρακτηριστική ξηρά απολέπιση και ρωγµές

> τις µηρογεννητικές πτυχές, tinea cruris

> το ψιλό δέρµα, tinea corporis

> τα χέρια, tinea manum

> το πρόσωπο, tinea facialis

> τις τρίχες, tinea capitis – barbae

> τα νύχια

Η ονυχοµυκητίαση περιλαµβάνει πέντε τύπους: • Περιφερική, µε προσβολή του ελεύθερου άκρου του νυχιού και το υπονύχιο.

• Λευκή επιφανειακή, µε προσβολή της πάνω επιφάνειας του νυχιού.

• Εγγύς υπονύχια, µε προσβολή του εγγύς τµήµατος του νυχιού.

• Ολική, µε προσβολή του νυχιού σε όλο το µήκος και πάχος του.

• Ενδονύχια.

Και στην ονυχοµυκητίαση από δερµατόφυτα, µε συνηθέστερη προσβολή τα νύχια των ποδιών, παρατηρείται ονυχοδυστροφία µε πάχυνση του νυχιού (υπονύχια υπερκεράτωση). Τα νύχια είναι εύθρυπτα και δύσχρωµα. Συνθήκες παρατεταµένης υγρασίας και επανειληµµένοι τραυµατισµοί ευνοoύν την ανάπτυξη ονυχοµυκητίασης. Στα άτοµα µε σακχαρώδη διαβήτη η κλινική εικόνα των µυκητιασικών λοιµώξεων συνήθως είναι πιο έντονη, παραµένει για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα και µπορεί να υποτροπιάσει. Η εµφάνιση διαβρώσεων (ρωγµών) στις µεσοδακτύλιες πτυχές δύναται να αποτελέσει πύλη εισόδου για τα µικρόβια και να οδηγήσει στην εµφάνιση δευτεροπαθών βακτηριακών λοιµώξεων.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η θεραπεία των δερµατικών λοιµώξεων από µύκητες ή δερµατόφυτα καθορίζεται από την περιοχή του σώµατος που προσβάλλεται καθώς και από την έκταση και σοβαρότητα της λοίµωξης. Συνιστάται τοπική εφαρµογή κρεµών αζολών (µικοναζόλη, ισοκοναζόλη, µπιφοναζόλη) ή τερµπιναφίνης. Όσον αφορά την αιδοιοκολπίτιδα, κολπικά υπόθετα ή κολπικές κρέµες αζολών. Σχετικά µε την ονυχοµυκητίαση σε περιφερική και σε εντοπισµένη λευκή επιφανειακή προσβολή του όνυχα, ή σε περίπτωση αντένδειξης συστηµατικής θεραπείας, ή ακόµη και συνδυαστικά µε συστηµατική αγωγή προτείνονται λάκες αντιµυκητισιακών (ciclopirox 8%, amorolfine 2%). Σε εκτεταµένη µορφή ή σε εµµένουσα λοίµωξη ενδείκνυται συστηµατική θεραπεία. Συνιστάται χορήγηση αζολών (ιτρακοναζόλης, φλουκοναζόλης) ή τερµπιναφίνης. Σε περιπτώσεις ονυχοµυκητίασης η διάρκεια θεραπείας ποικίλει από 2 εώς 6 µήνες και ακολουθείται είτε συνεχές είτε κατά ώσεις σχήµα. Σε περιπτώσεις εµµένουσας αιδοιοκολπίτιδας από άλλα είδη Candida (C. glabrata), καθώς και σε ονυχοµυκητιάσεις, κρίνεται απαραίτητο η λήψη δείγµατος προς άµεση αναζήτηση του παθογόνου µικροοργανισµού, καλλιέργεια αυτού καθώς και δοκιµασία ευαισθησίας του σε αντιµυκητιασικά φάρµακα (µυκητόγραµµα). Είναι πολύ σηµαντικό οι µυκητιασικές λοιµώξεις να αναγνωρισθούν και να αντιµετωπισθούν καθότι µπορούν να αποβούν δυνητικά σοβαρές για τη ζωή του ατόµου. Η ρύθµιση της γλυκόζης του αίµατος, σύµφωνα µε τις οδηγίες του θεράποντα ιατρού, καθώς και η εφαρµογή κανόνων υγιεινής και η αποφυγή εκλυτικών παραγόντων αποτελούν καθοριστικά σηµεία πρόληψης.


Τεύχος 52 σελίδα 46 Πατήστε εδώ

Related Post