Φαρμακευτική αγωγή και άσκηση στον σακχαρώδη διαβήτη

Τα περισσότερα άτοµα µε σακχαρώδη διαβήτη έχουν είτε διαβήτη τύπου 1 (10%) που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ινσουλίνης λόγω αυτοάνοσης καταστροφής των β-κυττάρων, ή διαβήτη τύπου 2 (85%) που χαρακτηρίζεται από αντίσταση στην ινσουλίνη και σχετική έλλειψη ινσουλίνης. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες µορφές διαβήτη που είναι µεν σπάνιες αλλά χρειάζεται να τις γνωρίζουµε γιατί απαιτούν µια διαφορετική διαγνωστική και θεραπευτική φροντίδα. Τα άτοµα µε διαβήτη, πέραν της αντιδιαβητικής τους αγωγής, συχνά λαµβάνουν επιπρόσθετα φαρµακευτικά σκευάσµατα για την αντιµετώπιση συνοδών παθολογικών καταστάσεων του διαβητικού τους συνδρόµου. Πολλά από αυτά τα ευρέως συνταγογραφούµενα φάρµακα τροποποιούν σε σηµαντικό βαθµό τις µεταβολικές διεργασίες της άσκησης. Οι επιδράσεις στον αυξηµένο µεταβολικό ρυθµό λόγω της άσκησης, των θεραπευτικών σκευασµάτων για τα καρδιαγγειακά νοσήµατα, την υπέρταση, τη νεφροπάθεια ή τη νευροπάθεια µπορεί να οδηγήσουν σε ανεπιθύµητες εξελίξεις για την υγεία των ασθενών. Απαιτείται να εκτιµώνται λεπτοµερώς όλοι οι παράγοντες κινδύνου από την εκάστοτε φαρµακευτική αγωγή και να εξατοµικεύεται τόσο το είδος της άσκησης όσο και οι συστάσεις προφύλαξης πριν την ένταξη των ασθενών σε προγράµµατα αυξηµένης φυσικής δραστηριότητας. Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται επιγραµµατικά οι επιδράσεις των φαρµάκων αυτών στο µεταβολισµό των υδατανθράκων ενώ στον πίνακα 2 φαίνονται ανεπιθύµητες επιδράσεις κατά την άσκηση. (Πίνακες 1 & 2).

∆ΙΟΥΡΗΤΙΚΑ

Είναι γνωστό ότι η χορήγηση διουρητικών (thiazides, chlorthalidone) σε υψηλές δόσεις οδηγεί σε υποκαλιαιµία αλλά και σε υπεργλυκαιµία που φαίνεται να οφείλεται στον συνδυασµό µειωµένης ινσουλινοέκκρισης και αυξηµένης ινσουλινοαντίστασης. Στους διαβητικούς που συµµετέχουν σε προγράµµατα άσκησης θα πρέπει να παρακολουθείται το ισοζύγιο υγρών και ηλεκτρολυτών. Άλλες ανεπιθύµητες καταστάσεις που µπορεί να εµφανισθούν είναι η υπονατριαιµία, η υποµαγνησαιµία, η υπερουριχαιµία, η µέτρια αύξηση της LDL και των τριγλυκεριδίων µε παράλληλη µικρή µείωση της HDL χοληστερίνης. Σηµειώνεται ότι η µακροχρόνια και σε υψηλές δόσεις θεραπεία είναι υπόλογη για την εµφάνιση των προαναφερθέντων ανεπιθύµητων επιδράσεων σε σηµαντικό βαθµό.

β’-Α∆ΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

Τα σκευάσµατα αυτά συχνά χορηγούνται σε στηθάγχη ή µετεµφραγµατικά και µειώνουν την αντοχή, τον µέγιστο καρδιακό ρυθµό, την αρτηριακή πίεση ενώ βελτιώνουν τις ισχαιµικές διαταραχές στη δοκιµασία κόπωσης. Ασθενείς µε στηθάγχη που λαµβάνουν τα σκευάσµατα αυτά, επειδή προκαλείται ανακούφιση της σηµειολογίας τους, συχνά αναφέρουν αίσθηµα βελτιωµένης απόδοσης στην προσπάθεια. Οι β-αναστολείς ασκούν σηµαντικές επιδράσεις στην οµοιοστασία των υδατανθράκων επειδή επεµβαίνουν στην ινσουλινοέκκριση, στην πρόσληψη γλυκόζης από το ήπαρ αλλά και τον µυϊκό ιστό, στην λιπόλυση και στον µεταβολισµό των λιποπρωτεϊνών. Γενικά οι µη καρδιοεκλεκτικοί ανταγωνιστές (propranolol, nadolol, timolol) σε σύγκριση µε τους καρδιοεκλεκτικούς (atenolol, metoprolol), αναστέλλουν σε µεγαλύτερο βαθµό την ινσουλινοέκκριση και την πρόσληψη της γλυκόζης από τους ιστούς µε αποτέλεσµα την εµφάνιση υπεργλυκαιµίας. Εντούτοις σε ινσουλινοεξάρτώµενους ασθενείς οι β-αναστολείς µπορεί να προκαλέσουν υπογλυκαιµία επειδή αναστέλλουν την γλυκογονόλυση στους µύες και στο ήπαρ όπως επίσης δυσχεραίνουν την ανάνηψη από την υπογλυκαιµία λόγω αναστολής της επίδρασης της επινεφρίνης στους β2-υποδοχείς στο ήπαρ για την απελευθέρωση γλυκόζης. Επίσης αναστέλλουν την εµφάνιση των συµπτωµάτων της υπογλυκαιµίας εκτός της εφίδρωσης. Όσον αφορά τις επιδράσεις των φαρµάκων αυτών στην άσκηση, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι επιδεινώνουν την συµπτωµατολογία της περιφερικής αγγειακής νόσου, επιτείνουν το αίσθηµα κόπωσης, µειώνουν την πρόσληψη καλίου από τους σκελετικούς µύες και σε συνυπάρχουσα νεφρική ανεπάρκεια ή συγχορήγηση µη στεροειδών αντιφλεγµονωδών παραγόντων, είναι πιθανή η πρόκληση υπερκαλιαιµίας

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΤΡΕΠΤΙΚΟΥ ΕΝΖΥΜΟΥ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΚΑΙ α-Α∆ΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ

Οι ανταγωνιστές ασβεστίου βελτιώνουν την απόδοση στην άσκηση και την ισχαιµία σε στεφανιαίους ασθενείς. Μερικά σκευάσµατα (verapamil, diltiazem) έχουν ουδέτερη δράση στον µεταβολισµό των υδατανθράκων, άλλα (nifedipine) επιδεινώνουν την ινσουλινοανίσταση ή την βελτιώνουν (amlodipine). Αντίθετα οι αναστολείς του µετατρεπτικού ενζύµου και οι α-αδρενεργικοί αναστολείς βελτιώνουν την ινσουλινοευαισθησία. Οι αναστολείς του µετατρεπτικού ενζύµου σχετίζονται µε αυξηµένη απόδοση στην άσκηση και αύξηση του προσδόκιµου επιβίωσης µετεµφραγµατικά.

ΓΛΥΚΟΚΟΡΤΙΚΟΕΙ∆Η ΚΑΙ ΑΝΑΒΟΛΙΚΑ ΣΤΕΡΟΕΙ∆Η

Είναι γνωστό ότι η χορήγηση γλυκοκορτικοειδών θεραπευτικά οδηγεί σε ανάπτυξη ινσουλινοαντίστασης και σε αντιρροπιστική υπερινσουλιναιµία οπότε η χορήγησή τους επιδεινώνει και την προϋπάρχουσα υπεργλυκαιµία. Η χρόνια λήψη τους προκαλεί επίσης διαφοροποίηση στην κατανοµή του λίπους σώµατος αλλά και την εµφάνιση της εγγύς µυοπάθειας που επηρεάζουν την απόδοση στην άσκηση. Παράλληλα τα γλυκοκορτικοειδή όπως και τα αναβολικά στεροειδή προκαλούν υπερτριγλυκεριδαιµία, αύξηση της LDL και µείωση της HDL που συχνά παρατηρείται σε νέους αθλητές. Όµως εκτός από την πιθανή εµφάνισης αθηρωµάτωσης πρώιµα τα αναβολικά είναι γνωστό ότι προκαλούν ηπατοτοξικότητα, διαταραχή της σπερµατογένεσης και στις γυναίκες υπερτρίχωση µε ανδροειδή χαρακτηριστικά. Εποµένως η πιθανή ωφέλεια των αναβολικών ως προς την αύξηση στην απόδοση αντισταθµίζεται δραµατικά από τις σοβαρές παρενέργειες τους.

ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ

Η αυξητική ορµόνη όπως και τα γλυκοκορτικοειδή παρουσιάσει διαβητογόνες ιδιότητες µε επιδράσεις τόσο στο µεταβολι σµό των υδατανθράκων όπως και των λιπιδίων και πρωτεϊνών. Τα επίπεδα της αυξητικής ορµόνης µειώνονται προοδευτικά µε την ηλικία, γεγονός που συσχετίζεται µε την σχετική µείωση τόσο της µυϊκής όσον και της οστικής µάζας κατά την διαδικασία της γήρανσης. Εντούτοις αν και επιχειρήθηκε η χορήγησή της µε στόχο την βελτίωση στην απόδοση κατά την άσκηση, θεραπευτικά συνιστάται µόνο σε καταστάσεις που σχετίζονται µε παθολογική ανεπάρκεια της έκκρισής της.

ΥΠΟΛΙΠΙ∆ΑΙΜΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

Οι φιµπράτες ενοχοποιούνται για την εµφάνιση οξείας ή υποξείας ραβδοµυόλυσης. Ασθενείς µε νεφρική ανεπάρκεια, υποθυρεοειδισµό ή σε συγχορήγηση στατινών βρίσκονται σε µεγαλύτερο κίνδυνο εµφάνισης αυτής της επιπλοκής. Η κυκλοσπορίνη που ανήκει στην κατηγορία των ανοσοκατασταλτικών και αποτελεί σηµαντικό θεραπευτικό σκεύασµα στις µεταµοσχεύσεις εκτός από τις διαβητογόνες του δράσεις φαίνεται ότι προκαλεί µυοσίτιδα και ραβδοµυόλυση ιδιαίτερα µετά από κοπιώδη άσκηση ή όταν συγχορηγείται µε στατίνες.

ΚΙΝΙΝΗ

Η κινίνη που είναι ένα ανθελονοσικό σκεύασµα ενίοτε χορηγείναι ως αναλγητικό για την ανακούφιση από τις µυϊκές κράµπες. Επειδή ως παρενέργεια µπορεί να έχει την εµφάνιση υπογλυκαιµιών, θα πρέπει να λαµβάνεται µε προσοχή από τα άτοµα µε διαβήτη.

ΣΑΛΙΚΥΛΙΚΑ

Τα σαλυκιλικά σε υψηλές δόσεις µπορεί να προκαλέσουν υπογλυκαιµία και ως εκ τούτου θα πρέπει να λαµβάνονται µε προσοχή στο διαβήτη.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Τα άτοµα µε διαβήτη και ιδιαίτερα οι µεγαλύτερης ηλικίας λόγω συννοσηρότητας λαµβάνουν εκτός της αντιδιαβητικής και άλλη αγωγή. Επειδή διάφορα φάρµακα επεµβαίνουν στο µεταβολισµό θα πρέπει σε συνεργασία µε το θεράποντα ιατρό να σχεδιάζεται εξατοµικευµένα το πρόγραµµα άσκησης λαµβάνοντας υπόψιν όλες τις θεραπείες που είναι απαραίτητες για το «ευ ζειν» του διαβητικού.


Τεύχος 53 σελίδα 47 Πατήστε εδώ

Related Post