∆ιαβητική νεφροπάθεια σε άτομα με διαβήτη τύπου 1

Ηνεφρική νόσος που εμφανίζεται σε άτομα με Σακχαρώδη ∆ιαβήτη (Σ∆) αποκαλείται συνήθως διαβητική νεφροπάθεια. Ο Σακχαρώδης ∆ιαβήτης μπορεί να προκαλέσει βλάβες στις αρτηρίες όλων των οργάνων του σώματος, συμπεριλαμβανόμενων των νεφρών, και να προκληθούν διαταραχές στη νεφρική λειτουργία. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, περίπου το 25% – 40% των ατόμων με διαβήτη τύπου 1 (Σ∆1) εμφανίζουν διαβητική νεφροπάθεια, ενώ ένα ποσοστό 4% – 17% των ατόμων με Σ∆1 εμφανίζουν τελικού σταδίου χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Η νόσος είναι δυνατόν να προληφθεί, ή να επιβραδυνθεί η εξέλιξη της, μέσω του καλού ελέγχου τόσο της γλυκόζης στο αίμα, όσο και των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης [1].

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ∆ΙΑΒΗΤΙΚΗ ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑ;

Ο όρος «νεφροπάθεια» είναι ένας γενικός όρος που αφορά στη διαταραχή της λειτουργίας των νεφρών. Σε προχωρημένο στάδιο, η διαταραχή αυτή οδηγεί σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ή νεφρική νόσο τελικού σταδίου.

Ο Σ∆ αποτελεί την αιτία που προκαλεί το ήμισυ όλων των περιπτώσεων με νεφρική νόσο τελικού σταδίου. Όσον αφορά στη διαβητική νεφροπάθεια των ατόμων με διαβήτη τύπου 1, εμφανίζεται σε πολύ νεαρότερη ηλικία, δεδομένης της νεαρής ηλικίας διάγνωσης του διαβήτη. Τη νόσο χαρακτηρίζει κυρίως η μειωμένη ικανότητα των νεφρών να φιλτράρουν το αίμα ενώ η εξέλιξη ποικίλει σε διάρκεια, από λίγα έτη έως δεκαετίες. Η διαβητική νεφροπάθεια χωρίζεται σε πέντε στάδια, με το 5ο και τελευταίο να είναι εκείνο της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας. Στα πρώτα 2 στάδια η νόσος θεωρείται αναστρέψιμη.

Συνήθως χρειάζονται πάνω από αρκετά χρόνια για να φτάσουν οι ασθενείς στο 5ο στάδιο.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ∆ΙΑΒΗΤΙΚΗΣ ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑΣ

Η διαβητική νεφροπάθεια είναι κυρίως ασυμπτωματική με τα συμπτώματα να τείνουν να γίνουν εμφανή όταν η κατάσταση φθάσει στα μεταγενέστερα στάδια. Συνήθως τα ακόλουθα συμπτώματα μπορεί να αρχίσουν να παρατηρούνται στο 4ο στάδιο της νόσου:
• Οίδημα των κάτω άκρων, ή/ και των άνω άκρων, που προκαλείται από την κατακράτηση ύδατος.
• Τα ούρα πιθανόν να γίνουν σκουρόχρωμα
• Εύκολη κόπωση, ακόμα και με ήπιου βαθμού σωματική άσκηση
• Ναυτία

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑΣ

• Κακή ρύθμιση του σακχάρου του αίματος: Σύμφωνα με μελέτες μεγάλης κλίμακας, η εμφάνιση, αλλά και η εξέλιξη της διαβητικής νεφροπάθειας, εξαρτάται από το πόσο ικανοποιητικός είναι ο έλεγχος της γλυκόζης του αίματος, χωρίς να γνωρίζουμε λεπτομερώς το μηχανισμό με τον οποίο τα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα προκαλούν βλάβη στους νεφρούς σε συγκεκριμένα άτομα. Η μελέτη DCCT (Diabetes Control and Complications – DCCT) [2] και η μελέτη UKPDS έδειξαν ότι η μείωση της HbA1c κατά 1% μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης μικροαγγειακών επιπλοκών, όπως η νεφροπάθεια, κατά 25% τόσο σε άτομα με διαβήτη τύπου 1, όσο και σε εκείνα με διαβήτη τύπου 2 [1].

Όμως είναι σημαντικό να αναφερθεί πως στην προσπάθεια βελτίωσης της γλυκαιμικής ρύθμισης, με μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης με τιμές μικρότερες του 5,6%, είναι συχνή η εμφάνιση υπογλυκαιμιών, και παράλληλα παρατηρήθηκε αύξηση της διαβητικής νεφροπάθειας, σύμφωνα με τη μελέτη Eurodiab[3].
• Υπέρταση (υψηλή αρτηριακή πίεση). Η αρτηριακή υπέρταση μπορεί να αποτελεί συνέπεια της διαβητικής νεφροπάθειας όμως μπορεί να συμβάλλει στην εμφάνιση ή/ και την ταχύτερη εξέλιξη της νόσου.
• Κάπνισμα: Ανεξαρτήτως καλής ή κακής γλυκαιμικής ρύθμισης, το κάπνισμα αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη επιπλοκών του διαβήτη όπως, νευροπάθεια, νεφροπάθεια και αμφιβληστροειδοπάθεια.
• Υπερλιπιδαιμία: Η αύξηση της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων είναι γνωστός παράγοντας φθοράς των αγγείων και δυσλειτουργίας των οργάνων που αρδεύουν.

• Οικογενής προδιάθεση: Μελέτες έχουν δείξει ότι πιθανώς υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της εμφάνισης της διαβητικής νεφροπάθειας και του οικογενειακού ιστορικού νεφρολογικών νοσημάτων.

ΕΙΝΑΙ ∆ΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ Η ∆ΙΑΒΗΤΙΚΗ ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑ;

Στην προσπάθεια έγκαιρης διάγνωσης της διαβητικής νεφροπάθειας σε στάδια που η νόσος είναι ακόμα αναστρέψιμη, τα άτομα με Σ∆1 θα πρέπει να εξετάζονται με κλινική εξέταση και εργαστηριακό έλεγχο του αίματος και των ούρων τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Μια από τις βασικές διαγνωστικές εξετάσεις περιλαμβάνει τη μέτρηση μικροαλβουμίνης σε πρωινό δείγμα ούρων, ή συλλογή ούρων 24ωρου, προκειμένου να ελεγχθεί εάν υπάρχει πρωτεΐνη στα ούρα. Εφόσον οι διαγνωστικές εξετάσεις για τη διαβητική νεφροπάθεια γίνονται τακτικά, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, η νόσος μπορεί να εντοπιστεί στα αρχικά στάδια πριν γίνει μη αναστρέψιμη και σοβαρή. Η ανάπτυξη της διαβητικής νεφροπάθειας μπορεί να καθυστερήσει, ή να αποτραπεί, με τη διατήρηση καλού ελέγχου των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα και της αρτηριακής πίεσης.

Επίσης, είναι σημαντική η αποφυγή καπνίσματος. Εφόσον γίνει η διάγνωση της διαβητικής νεφροπάθειας είναι πιθανό να γίνει σύσταση των παρακάτω θεραπευτικών μέτρων:
• Βελτιστοποίηση της ρύθμισης του σακχάρου
• Συνταγογράφηση φαρμάκων για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης (ιδανική πίεση 130/80 mmHg), ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω βλάβη των νεφρών.
• Συνταγογράφηση φαρμάκων για τη βελτίωση των πιθανώς αυξημένων τιμών χοληστερίνης, ή/και των τριγλυκεριδίων αίματος
• Αποφυγή μεγάλης ποσότητας άλατος (συνιστάται μέγιστη συνολική ημερήσια πρόσληψη άλατος μικρότερη από 5 – 6 γραμμάρια) Η τακτική κλινική και εργαστηριακή παρακολούθηση των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη είναι σημαντική, καθώς η έγκαιρη αναγνώριση της βλάβης των νεφρών θα επιτρέψει την λήψη θεραπευτικών μέτρων προκειμένου να περιοριστεί η εξέλιξη της νόσου.


Τεύχος 49 σελίδα 18 Πατήστε εδώ

Related Post