Συνέντευξη: Παππάς Άγγελος

Διευθυντής ΕΣΥ, διαβητολογικό κέντρο Βενιζέλειο – Πανάνειο Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου

« Με την έναρξη της κρίσης αποκαλύφθηκε ότι, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, όχι μόνο δεν αποτελούσε ολοκληρωμένο σύστημα περίθαλψης, καθώς δεν παρείχε πρωτοβάθμια περίθαλψη στον αστικό πληθυσμό, αλλά ήταν χώρος σπατάλης, αδιαφάνειας και παραοικονομίας, κυρίως στον τομέα των προμηθειών. Η ανάγκη για νοικοκύρεμα και διαφάνεια και, μέσω αυτών, για εξοικονόμηση πόρων ήταν προφανής. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι, χρειάζεται να συρρικνωθούν οι υπάρχουσες δομές περίθαλψης, οι οποίες, ήδη, δεν επαρκούν »

→ Λαμβάνοντας υπόψη τις ραγδαίες εξελίξεις, που συντελούνται στο χώρο της Υγείας, εξαιτίας των σημαντικών μειώσεων στις παροχές και στα κονδύλια, που δίνονται για την περίθαλψη των πολιτών αυτής της χώρας, διαμορφώνεται ένα νέο τοπίο στο χώρο της υγείας. Το Υπουργείο Υγείας κάνει συνεχώς περικοπές σε φάρμακα και παροχές, δημιουργώντας ανασφάλεια στους ασφαλισμένους, κυρίως στα άτομα με διαβήτη, ότι, ενδεχομένως, στο άμεσο μέλλον να καλούνται να πληρώσουν πολύ περισσότερα χρήματα, προκειμένου να μπορέσουν να αγοράσουν τα απαραίτητα για την υγεία τους. Πως κρίνετε την υπάρχουσα κατάσταση και πως πιστεύετε ότι, θα διαμορφωθεί το τοπίο στο χώρο της υγείας για τα διαβητικά άτομα;

Δυστυχώς, λόγω της οικονομικής κρίσης, το τοπίο της παροχής περίθαλψης στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια άλλαξε. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η δραματική αύξηση των ανασφάλιστων συμπολιτών μας.

Πριν από την κρίση οι ανασφάλιστοι ήταν μικρό ποσοστό του πληθυσμού, κυρίως ξένοι μετανάστες, των οποίων οι εργοδότες δεν δήλωναν την εργασία τους. Σήμερα είναι οι μακροχρόνια άνεργοι νέοι, αλλά και επιτηδευματίες και ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, που έκλεισαν και αδυνατούν να αυτασφαλιστούν. Καλούνται, λοιπόν, ενώ δεν εργάζονται, να πληρώσουν, τόσο τη διενέργεια εξετάσεων, όσο και τη φαρμακευτική τους περίθαλψη. Εντονότερο είναι το πρόβλημα των χρονίως πασχόντων και στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, για τα οποία χρειάζεται ιδιαίτερη μέριμνα για την προμήθεια τόσο της ινσουλίνης και των φαρμάκων, όσο και των αναλώσιμων μέτρησης σακχάρου αίματος. Να σας θυμίσω ότι, τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 δεν ζουν χωρίς ινσουλίνη.

Επομένως, είναι λάθος η μη αναφορά του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 στην πρόσφατη Υπουργική απόφαση με τις μόνιμες και μη αναστρέψιμες παθήσεις, για τις οποίες η διάρκεια του ποσοστού αναπηρίας καθορίζεται επ΄ αόριστον. Μέσα σε αυτή την κατάσταση ενθαρρυντικό σημάδι είναι η δημιουργία πολλαπλών δικτύων αλληλεγγύης στη ελληνική κοινωνία. Αρκετοί Δήμοι, η Εκκλησία, αλλά, κυρίως, πολλές ομάδες πολιτών, λειτουργούν κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, δίνοντας, με όσα μέσα διαθέτουν, ανάσα στους ανασφάλιστους συμπολίτες μας. Φυσικά, αυτές οι προσπάθειες αδυνατούν να λύσουν το πρόβλημα, που παραμένει πρόβλημα της ελληνικής Πολιτείας. Πρέπει, πάντως, να έχουμε υπόψη μας ότι, η οικονομική κατάσταση μιας χώρας δεν προσδιορίζει κατ’ ανάγκην και το επίπεδο περίθαλψης του πληθυσμού της.

Αυτό εξαρτάται από τις προτεραιότητες, που μια πολιτεία θέτει και την πολιτική κουλτούρα της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συζήτηση για την ολοκλήρωση καθολικού συστήματος περίθαλψης στις ΗΠΑ, χώρας με αρκετό πλούτο. Η κατάσταση στις ΗΠΑ, απαράδεκτη με την ευρωπαϊκή λογική, περιγράφεται σε πληθώρα άρθρων, όπως π.χ. στο πρόσφατο «Νεκρός άνθρωπος, που περπατάει» των M. Stillman and M. Tailor (23-11-2013 στο New England Journal of Medicine). Επομένως, ως χώρα, πρέπει, στη δύσκολη περίοδο που περνάμε, να αποφασίσουμε, αν επιθυμούμε, ακόμη και σε συνθήκες φτώχιας, να έχουμε καθολική περίθαλψη των πολιτών, που κατοικούν σε αυτό τον τόπο και να διαχειριστούμε σε αυτή την κατεύθυνση τους κρατικούς πόρους.

→ Η σημερινή, δεινή, οικονομική κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας, προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και κατ’ επέκταση στις υπηρεσίες περίθαλψης των πολιτών αυτού του κράτους. Τον τελευταίο καιρό γινόμαστε δέκτες ιστοριών, που αναφέρουν σημαντικές ελλείψεις σε υλικό εξοπλισμό, έλλειψη προσωπικού κ.α. Εσείς, πως εκτιμάτε ότι, θα εξελιχθεί, στα αμέσως επόμενα χρόνια, το τοπίο στην περίθαλψη των συμπολιτών μας;

Με την έναρξη της κρίσης αποκαλύφθηκε ότι, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, όχι μόνο δεν αποτελούσε ολοκληρωμένο σύστημα περίθαλψης, καθώς δεν παρείχε πρωτοβάθμια περίθαλψη στον αστικό πληθυσμό, αλλά ήταν χώρος σπατάλης, αδιαφάνειας και παραοικονομίας, κυρίως στον τομέα των προμηθειών.

Η ανάγκη για νοικοκύρεμα και διαφάνεια και, μέσω αυτών, για εξοικονόμηση πόρων ήταν προφανής. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι, χρειάζεται να συρρικνωθούν οι υπάρχουσες δομές περίθαλψης, οι οποίες, ήδη, δεν επαρκούν. Με τις συνταξιοδοτήσεις και χωρίς νέες προσλήψεις, το γερασμένο ιατρικό δυναμικό του ΕΣΥ αποδεκατίζεται, ενώ οι νέοι γιατροί μας φεύγουν για το εξωτερικό. Το νοσηλευτικό προσωπικό ποτέ δεν επαρκούσε και ο θεσμός των αποκλειστικών είναι ελληνικό φαινόμενο. Ειδικότητες εξαιρετικά χρήσιμες, όπως π.χ.

για την διεπιστημονική αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη, οι διαιτολόγοι, οι ποδοθεραπευτές και οι ψυχολόγοι, λείπουν από τα περισσότερα διαβητολογικά ιατρεία. Παράλληλα, στα έκτακτα ιατρεία, βλέπουμε αλματώδη αύξηση της προσέλευσης ασθενών και στα τακτικά ιατρεία τα ραντεβού μακραίνουν. Οι πολίτες δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να απευθυνθούν πια στους ιδιώτες ιατρούς και μόνο η αύξηση των δυνατοτήτων του ΕΣΥ μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση. Και αυτό σημαίνει, όσο και αν αυτό ακούγεται περίεργο, ότι, το κράτος σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς πρέπει να επενδύσει στην υγεία, αλλιώς η ανθρωπιστική καταστροφή θα μας χτυπήσει σύντομα την πόρτα.

→ Αυτή τη στιγμή τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 είναι υποχρεωμένα να πληρώνουν το 10% του κόστους για την αγορά της ινσουλίνης τους.

Το οικονομικό βάρος για πάρα πολλά άτομα με διαβήτη είναι αβάσταχτο. Είναι πλέον γεγονός ότι πολλές οικογένειες μειώνουν τα κόστη τους, ακόμη και από την διατροφή. Πιστεύετε ότι, η συνέχιση της κατάστασης αυτής πρόκειται να προκαλέσει επιπλοκές στην υγεία των ατόμων με διαβήτη;

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 συνοδεύεται, από την εμφάνισή του, με πληθώρα επιπλοκών, που αφορούν κυρίως τα μεγάλα αγγεία, όπως η υπέρταση, η στεφανιαία νόσος, η δυσλιπιδαιμία, αλλά πολλές φορές και η καρδιακή ανεπάρκεια. Η αντιμετώπιση της υπέρτασης επιτυγχάνεται συχνά με συνδυασμό τριών φαρμάκων, της δυσλιπιδαιμίας με δύο, η πρόληψη των εμφραγμάτων χρειάζεται αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα, ενώ η θεραπεία της στεφανιαίας απαιτεί επιπλέον φαρμακευτική αγωγή. Είναι λοιπόν συνηθισμένο, άτομα με διαβήτη τύπου 2, να παίρνουν 5 και 6 σκευάσματα φαρμάκων, εκτός των αντιδιαβητικών δισκίων και της ινσουλίνης.

Έτσι το μηνιαίο κόστος της συμμετοχής στη φαρμακευτική αγωγή γίνεται δυσβάστακτο, ειδικά για υπερήλικες, που πολλές φορές επιβαρύνονται με την αντιμετώπιση και άλλων προβλημάτων υγείας. Καθημερινά βλέπουμε στα ιατρεία μας άτομα με ΣΔ, για λόγους οικονομικούς, να έχουν περιορίσει την φαρμακευτική τους αγωγή, εκεί, που οι ίδιοι θεωρούν, ότι αυτό μπορεί να γίνει «λιγότερο επώδυνα», γνωρίζοντας και οι ίδιοι ότι, αυτό εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία τους.

→ Η απόφαση του Υπουργείου Υγείας να μην συμπεριλάβει στους νέους οργανισμούς των νοσοκομείων τα διαβητολογικά κέντρα θεωρείτε ότι, θα δημιουργήσει προβλήματα στην εξυπηρέτηση των ατόμων με διαβήτη;

Δεν μπορώ να καταλάβω, για πιο λόγο οι νέοι οργανισμοί των νοσοκομείων δεν περιλαμβάνουν τα διαβητολογικά ιατρεία και κέντρα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Τα διαβητολογικά κέντρα, από πολλά χρόνια, ήταν επιφορτισμένα με την παροχή εξειδικευμένης γνώσης σε νέους συναδέλφους. Μάλιστα, η ολοκληρωμένη αναγνώριση της εξειδίκευσης αυτής καθυστερεί, παρά τα συνεχή διαβήματα της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας προς τη Πολιτεία.

Αναρωτιέται κανείς, ποιος θα αναλάβει αυτό το έργο, αν αμφισβητηθεί ακόμα και η ύπαρξη των διαβητολογικών κέντρων. Αντίθετα, θεωρώ ότι, η ανάπτυξη δικτύου περίθαλψης για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, με επίκεντρο τα διαβητολογικά κέντρα και ιατρεία, πρέπει να είναι πρωταρχικός στόχος της Πολιτείας. Ιδιαίτερα η αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 πρέπει να γίνεται σε ιατρεία με ειδική εμπειρία. Απαιτείται εξειδικευμένη εκπαίδευση, χρήση νεώτερων θεραπευτικών δυνατοτήτων, όπως οι νέες συσκευές υψηλής τεχνολογίας, αλλά και ψυχολογική υποστήριξη των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, που είναι παιδιά, έφηβοι, αλλά και νέοι ενήλικες με έντονη κοινωνική δραστηριότητα. Απαραίτητο, επίσης, είναι, μέσω των διαβητολογικών κέντρων, να παρακολουθείται συστηματικά η χρήση των συσκευών υψηλού κόστους, όπως οι αντλίες ινσουλίνης και οι συσκευές συνεχούς καταγραφής γλυκόζης.

Έτσι προωθούνται συνθήκες ορθολογικής και όχι ανεξέλεγκτης χρήσης τους με μείωση μακροπρόθεσμα του κόστους.

→ Σε δεκάδες συνέδρια και ημερίδες οι ειδικοί, παθολόγοι, ενδοκρινολόγοι και διαβητολόγοι, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αναφέροντας ότι, τα διαβητικά άτομα, ειδικά του τύπου 2, πρόκειται να αυξηθούν ραγδαία στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως. Μέχρι πρόσφατα, αίτιο της αύξησης αυτής ήταν ο δυτικός τρόπος ζωής, που έχουν υιοθετήσει και οι Νεοέλληνες. Κύριε Παππά, συνάδελφοι σας εκφράζουν, πλέον, ξεκάθαρα την ανησυχία τους ότι, η οικονομική κρίση, που έχει επηρεάσει τα περισσότερα νοικοκυριά της χώρας, οδηγεί τις οικογένειες αυτές στο να ακολουθούν έναν μη υγιεινό τρόπο ζωής και διατροφής. Εκτιμάτε ότι, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέας μορφής αίτιο της αύξησης του διαβήτη τύπου 2;

Πράγματι, η αύξηση της παχυσαρκίας και του σακχαρώδη διαβήτη έχει λάβει τη μορφή επιδημίας στο σύγχρονο κόσμο και συμβαδίζει με την υιοθέτηση από τους λαούς σε όλη την υφήλιο του δυτικού «σύγχρονου» τρόπου ζωής.

Αυτός χαρακτηρίζεται από την περιορισμένη κινητικότητα και αλλαγές στους παραδοσιακούς τρόπους διατροφής. Κάποιες από αυτές τις μεταβολές δεν γίνεται να αντιστραφούν, όπως η γρήγορη, χωρίς σωματική προσπάθεια, μετακίνηση με τα σύγχρονα μέσα μεταφοράς. Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπισθεί με εναλλακτικούς τρόπους κίνησης, όπως η συστηματική άσκηση, που μπορεί να γίνει ανέξοδα σε ένα δημόσιο στάδιο, ή ένα γυμναστήριο και με τη χρήση του ποδήλατου για πολλές από τις καθημερινές μας μετακινήσεις. Η αλλαγή στη διατροφή αποτελεί την άλλη πλευρά του προβλήματος. Η χρήση έτοιμων, θερμιδικά συμπυκνωμένων, αλλά φτηνών, τροφών, που προωθούνται με έντονη διαφήμιση, οδηγεί, όπως όλες οι μελέτες δείχνουν, στην παχυσαρκία.

Έτσι, έχουμε το περίεργο φαινόμενο στις σύγχρονες κοινωνίες η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 να αυξάνονται στα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού. Αυτό παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση μέσα στην οικονομική κρίση. Κι όμως, σχετικά φτηνά προϊόντα του τόπου μας, όπως π.χ. τα λαχανικά, τα φρούτα, τα όσπρια μπορούν να μας προστατέψουν από τα μεταβολικά νοσήματα και να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Η μεσογειακή δίαιτα εφαρμοζόταν στην Ελλάδα στο παρελθόν σε ιστορικές περιόδους πολύ πιο δύσκολες οικονομικά.

Συνολικά, απαιτείται η προώθηση στην κοινωνία, μέσω της αγωγής υγείας των νέων, ενός άλλου προτύπου τρόπου ζωής.

→ Από την πολύχρονη εμπειρία, που έχετε, θα θέλαμε να μας δώσετε μερικές προτάσεις και λύσεις αντιμετώπισης των σημαντικότερων επιπλοκών του διαβήτη. Υπάρχουν πράγματα, που θα μπορούσαν να κάνουν τα διαβητικά άτομα και να βοηθηθούν, χωρίς να απαιτούνται χρήματα;

Η συστηματική άσκηση και η σωστή διατροφή βοηθούν, όχι μόνο την πρόληψη του σακχαρώδη διαβήτη, αλλά και τη θεραπευτική του αντιμετώπιση. Η μεθοδική αύξηση της κινητικότητας βελτιώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη και τη ρύθμιση του σακχάρου. Απλά, χρειάζεται προσοχή στην έναρξη της άσκησης, που πρέπει να γίνει μετά από εξέταση του ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη από καρδιολόγο για την αποκάλυψη τυχόν άγνωστης καρδιακής νόσου.

Από την άλλη, τα παχύσαρκα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη δεν χρειάζονται δίαιτα με ειδικά και ακριβά φαγητά. Η αύξηση της κατανάλωσης λαχανικών και όσπριων, με δραστικό και υπολογισμένο περιορισμό των θερμίδων της τροφής, αποτελεί φτηνή και αποτελεσματική συνταγή. Να προσθέσω ότι, όλες οι φαρμακευτικές αγωγές για τη ρύθμιση του σακχάρου αίματος με χάπια, ή ινσουλίνη, δεν μπορούν να δουλέψουν αποτελεσματικά χωρίς μια σωστή υγιεινοδιαιτητική αγωγή.

→ Ως γνωστόν, τα άτομα με διαβήτη είναι επιρρεπή σε πολλαπλές και σύνθετες επιπλοκές. Αυτές οι επιπλοκές περιλαμβάνουν τόσο την καρδιαγγειακή, όσο και τη μικροαγγειακή νόσο.

Επιδημιολογικά δεδομένα της τελευταίας 5ετίας έχουν αποδείξει ότι, οι επιπλοκές στον διαβήτη ξεκινούν νωρίς κατά τη «διαδρομή», από τη φυσιολογική ανοχή στη γλυκόζη, έως την εμφάνιση του διαβήτη. Υπάρχει τρόπος να αποφευχθούν αυτές οι επιπλοκές και το άτομο με διαβήτη να πρέπει απλά να χειριστεί τον διαβήτη του;

Για να έχουμε τη μέγιστη ωφέλεια, θα πρέπει η ρύθμιση του σακχάρου να γίνει αρκετά νωρίς, σε επίπεδα κοντά σε αυτά των ανθρώπων, που δεν έχουν σάκχαρο. Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αυτό σκοντάφτει στο γεγονός ότι, η διάγνωση μπαίνει συνήθως, όταν περάσουν αρκετά χρόνια από την έναρξη της νόσου. Επομένως χρειάζεται, πρώτα απ’ όλα, πρώιμη διάγνωση, με τακτικό έλεγχο όλου του πληθυσμού και, κυρίως, των ανθρώπων, που έχουν στο οικογενειακό ιστορικό τους σακχαρώδη διαβήτη και των γυναικών με διαβήτη, κατά τη διάρκεια της κύησης. Η αντιμετώπιση, όμως, των επιπλοκών, από τις οποίες, εν τέλει, εξαρτάται η ποιότητα της ζωής, αλλά και η θνητότητα των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη, δεν βασίζεται μόνο στη ρύθμιση του σακχάρου αίματος.

Είναι απαραίτητο να αντιμετωπισθούν και όλοι εκείνοι οι παράγοντες, που αυξάνουν τον κίνδυνο, τόσο για μικροαγγειακές, όσο και για μακροαγγειακές επιπλοκές. Η διακοπή του καπνίσματος, η αντιμετώπιση της υπέρτασης, της παχυσαρκίας και η ρύθμιση της χοληστερίνης σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, χαμηλότερα από ότι επιθυμούμε για όσους δεν έχουν σακχαρώδη διαβήτη, αποτελούν τους στόχους της θεραπευτικής μας προσπάθειας. Ξέρουμε από μακροχρόνιες μελέτες ότι, αυτή η πολυπαραγοντική, όπως λέγεται, αντιμετώπιση μειώνει τον κίνδυνο των επιπλοκών π.χ. της στεφανιαίας νόσου μέχρι και 50%

→ Ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα, που αντιμετωπίζετε στην καθημερινή σας ιατρική πρακτική. Υπάρχουν περιστατικά και καταστάσεις αντιμετώπισης διαβητικών ασθενών, που σας ανησυχούν;

Ο σακχαρώδης διαβήτης απαιτεί συνεχή εγρήγορση με μετρήσεις του σακχάρου στο αίμα και κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή αλλά, όπως είπαμε, κυρίως, έναν αρκετά υγιεινό τρόπο ζωής.

Η αλλαγή τρόπου ζωής όμως, δεν είναι εύκολο πράγμα. Συνήθειες ετών δεν κόβονται με απλές συμβουλές. Η βοήθεια σε αυτό από τα κοντινά συγγενικά και φιλικά πρόσωπα είναι ιδιαίτερα σημαντική και οι θεράποντες πρέπει να απευθύνονται και σε αυτούς. Η προσαρμογή π.χ. του διαιτολογίου αφορά όλα τα άτομα, που συμβιώνουν με το άτομο με σακχαρώδη διαβήτη.

Επί πλέον, η ρύθμιση του σακχάρου αίματος σκοντάφτει στο ότι γι’ αυτό απαιτείται προσπάθεια συνεχής, χωρίς να περιμένει κανείς άμεσα αποτελέσματα. Βέβαια, σήμερα ξέρουμε ότι, οι περίοδοι σωστής ρύθμισης ποτέ δεν πάνε χαμένες. Σύμφωνα με πολύχρονες μελέτες, η ευνοϊκή τους επίδραση στην μειωμένη εμφάνιση επιπλοκών καταγράφεται και δεκαετίες αργότερα. Όμως και τα αποτελέσματα της κακής ρύθμισης, δηλαδή οι επιπλοκές, αργούν να εμφανισθούν. Το ανεβασμένο σάκχαρο αίματος δεν πονάει, αν και φθείρει.

Λέγεται, όχι άδικα, ότι, ο σακχαρώδης διαβήτης είναι «ύπουλος». Είναι συχνά δύσκολο να αποδεχτεί κάποιος, χωρίς συμπτώματα, ότι έχει ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας και χρειάζεται να ασχολείται με αυτό σε όλη του τη ζωή. Χρειάζεται, επομένως, από τους θεράποντες ιδιαίτερη προσπάθεια, για να βοηθηθούν τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη να αντιμετωπίσουν θετικά αυτή την πρόκληση ζωής, που τους έτυχε. Η προσπάθεια αυτή είναι πολυεπίπεδη, π.χ. πρέπει να διδαχτούν, άγνωστες στο άτομο με σακχαρώδη διαβήτη θεραπευτικές τεχνικές, όπως η ένεση της ινσουλίνης, να διευκολυνθεί η επαφή του με άλλα άτομα, που αντιμετωπίζουν σωστά τον σακχαρώδη διαβήτη κι ακόμα να αντιμετωπιστεί διαφορετικά το καθένα ανάλογα με τη ψυχοσύνθεση του, την κουλτούρα του και τις συνήθειες του.

→ Η τελευταία 5ετία χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες εξελίξεις στη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2, καθώς αξιοποιήθηκαν οι νέες γνώσεις για την παθοφυσιολογία του. Τι καινούριο υπάρχει, πλέον, στη φαρμακευτική… φαρέτρα των γιατρών;

Πράγματι, τα τελευταία χρόνια είδαμε να έρχονται στα χέρια μας πολλά καινούργια φάρμακα για την ρύθμιση του σακχάρου στον διαβήτη τύπου 2. Τα περισσότερα ανήκουν σε δύο νέες κατηγορίες φαρμάκων με πολλούς αντιπροσώπους η κάθε μία. Και οι δύο βασίζονται στο φαινόμενο της ινκρετίνης, δηλαδή στη δράση των ινκρετινών – ορμονών, που παράγονται από το έντερο και δρουν στα β κύτταρα του παγκρέατος, που παράγουν την ινσουλίνη, αυξάνοντας τη δυνατότητα τους για έκκριση ινσουλίνης. Η δράση αυτή εκδηλώνεται μόνο, όταν το σάκχαρο είναι ανεβασμένο.

Οι ίδιες οι ινκρετίνες δεν μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως φάρμακα, γιατί μετά την παραγωγή τους καταστρέφονται πολύ γρήγορα. Οι DPPIV αναστολείς, λοιπόν, είναι φάρμακα, που λαμβάνονται από το στόμα και τα οποία αυξάνουν τη ζωή και συνεπώς τη δράση των ινκρετινών, που παράγει το ίδιο μας το σώμα. Η άλλη κατηγορία, τα GLP1-ανάλογα, περιλαμβάνει ενέσιμα φάρμακα, που μοιάζουν και δρουν, όπως η ισχυρή ινκρετίνη GLP1, αλλά έχουν παρατεταμένη δράση, γιατί δεν καταστρέφονται γρήγορα. Έκκριση ινσουλίνης προκαλούν και παλιότερα φάρμακα, όπως οι σουλφονυλουρίες και οι γλινίδες, αλλά το πλεονέκτημα των νέων φαρμάκων είναι ότι, δεν προκαλούν υπογλυκαιμία. Παράλληλα, τα GLP1-ανάλογα δρουν και στον εγκέφαλο, ελαττώνοντας την όρεξη και, έτσι, διευκολύνουν την προσπάθεια των υπέρβαρων ατόμων να χάσουν βάρος.

Εκτός από αυτά, σύντομα, πρόκειται να έχουμε και νέα φάρμακα, που ήδη κυκλοφορούν σε άλλες χώρες, όπως π.χ. οι αναστολείς της επαναναρρόφησης της γλυκόζης στο νεφρό. Τα φάρμακα αυτά μειώνουν το σάκχαρο του αίματος, αυξάνοντας την αποβολή του από τα ούρα. Συμπερασματικά, θα έλεγα ότι, τα νέα φάρμακα, που κυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια, σχεδόν διπλασίασαν τον αριθμό των φαρμάκων, που έχουμε στα χέρια μας για τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η αύξηση των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε όλο τον κόσμο οδηγεί τις φαρμακοβιομηχανίες σε έντονο ανταγωνισμό, για την ανακάλυψη νέων φαρμάκων, που αυξάνουν τις δυνατότητές μας για τη ρύθμιση του σακχάρου


Τεύχος 34 Πατήστε εδώ

Related Post