Κάπνισμα και σακχαρώδης διαβήτης

Το κάπνισμα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα για τη δημόσια υγεία σε όλα τα κράτη της γης. Από στοιχεία της

Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ)

προκύπτει ότι, το κάπνισμα ευθύνεται για περισσότερους από 5,4 εκατομμύρια θανάτους ετησίως σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με υπολογισμούς, ο αριθμός των καπνιστών σε παγκόσμιο επίπεδο το έτος 2025 αναμένεται να ξεπεράσει τους 1,5-1,9 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Αναφορικά με τον επιπολασμό του καπνίσματος στην Ελλάδα μια σχετική μελέτη έδειξε ότι, το 48,2% των ενήλικων ανδρών και το 35,1% των ενήλικων γυναικών είναι ενεργοί καπνιστές. Πρέπει να τονιστεί ότι, πολύ βλαβερό για την υγεία των ανθρώπων είναι και το παθητικό κάπνισμα. Βάσει των εκτιμήσεων της οργάνωσης «Συνεργασία για την Απαγόρευση του Καπνίσματος (Smokefree Partnership – SFP)» στις 25 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το έτος 2002 περισσότερα από 79.000 άτομα έχασαν τη ζωή τους, εξαιτίας των συνεπειών του παθητικού καπνίσματος.

Η επίδραση του καπνίσματος στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη

Παρά το γεγονός ότι το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση πολλών σοβαρών ασθενειών, όπως π.χ. τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο επιπολασμός του στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη δεν φαίνεται να είναι διαφορετικός, σε σχέση με το γενικό πληθυσμό2. Σε μια παλαιότερη μελέτη έχει αναφερθεί ότι, το ποσοστό των καπνιστών στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη στις ΗΠΑ και τις χώρες της δυτικής Ευρώπης φτάνει περίπου το 25%. Οι καταστροφικές συνέπειες του καπνίσματος για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη περιγράφονται σε πολλές μελέτες, οι οποίες έχουν αποδείξει ότι, οι διαβητικοί καπνιστές, σε σύγκριση με αντίστοιχες ομάδες μη-καπνιστών, παρουσιάζουν μεγαλύτερη θνησιμότητα από καρδιαγγειακή νόσο και παράλληλα μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνησιμότητα από όλα τα αίτια.

Κάπνισμα και καρδιαγγειακή νόσος στο σακχαρώδη διαβήτη

Το κάπνισμα είναι δυνατό να συμβάλλει στην εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, μέσω πολλών μηχανισμών, όπως π.χ.

η αρτηριακή υπέρταση, οι διαταραχές του μεταβολισμού των λιπιδίων, η βλάβη του ενδοθηλίου, η χρόνια φλεγμονή, οι διαταραχές της ινωδόλυσης και η υπερπηκτικότητα του αίματος4. Μεγάλες πολυκεντρικές μελέτες, όπως η UKPDS, η WHO Multinational Study of Vascular Disease in Diabetes και η Nurses’ Health Study Cohort έδειξαν ότι, ο συνδυασμός καπνίσματος και σακχαρώδη διαβήτη πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης μακροαγγειακών επιπλοκών και συσχετίζεται με αυξημένη θνησιμότητα από στεφανιαία και καρδιαγγειακή νόσο. Σε προοπτική μελέτη, στην οποία αναλύθηκε η επίδραση που έχει η διακοπή του καπνίσματος στον καρδιαγγειακό κίνδυνο των ατόμων με διαβήτη, αποδείχτηκε ότι, ο κίνδυνος θνησιμότητας μειώθηκε σε ποσοστό 50% ένα έως 9 χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος και κατά 75%, όταν το χρονικό διάστημα από τη διακοπή του ήταν μεγαλύτερο των 9 χρόνων5. Πρέπει να αναφερθεί ότι, το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό και ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση περιφερικής αγγειακής νόσου6, ενώ το ιστορικό του καπνίσματος στους ασθενείς με διαβήτη συμπεριλαμβάνεται στους δυσμενείς προγνωστικούς παράγοντες για ακρωτηριασμό των κάτω άκρων

Κάπνισμα και μικροαγγειακές επιπλοκές στο σακχαρώδη διαβήτη

Το κάπνισμα στις περισσότερες από τις σχετικές μελέτες, που έχουν γίνει, έχει τεκμηριωθεί ότι, αποτελεί σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα για την εμφάνιση, καθώς και την επιδείνωση, της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, νεφροπάθειας και νευροπάθειας. Αναφορικά με τη διαβητική νεφροπάθεια, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι, το κάπνισμα συσχετίζεται με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης μικρολευκωματινουρίας, καθώς και με επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας.

Πρέπει να τονιστεί ότι, η διακοπή του καπνίσματος, ειδικά στα αρχικά στάδια της διαβητικής νεφροπάθειας, είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς έχει αποδειχθεί ότι, μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξη της νεφρικής βλάβης10. Ο ρόλος του καπνίσματος στην εμφάνιση, ή την εξέλιξη, της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας δεν είναι ξεκαθαρισμένος. Σε ορισμένες μελέτες, όπως π.χ. των Muhlhauser I και συνεργατών11, στην οποία παρακολουθήθηκαν 636 ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 για διάστημα 6 χρόνων, το κάπνισμα συσχετίστηκε με την εμφάνιση, αλλά και την εξέλιξη της αμφιβληστροειδοπάθειας. Αντίθετα, σε άλλες μελέτες δεν βρέθηκε καμία συσχέτιση μεταξύ καπνίσματος και διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.

Σχετικά με την επίδραση του καπνίσματος στο νευρικό σύστημα των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη, άξια αναφοράς είναι η προοπτική μελέτη των Sands M και συνεργατών12, στην οποία παρακολουθήθηκαν για περίπου 5 χρόνια 231 άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και περιγράφηκε ότι, ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου, που συσχετίστηκαν με την εμφάνιση συμ μετρικής αισθητικής νευροπάθειας των κάτω άκρων, ήταν και το κάπνισμα. Σε μια αντίστοιχη μελέτη σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 βρέθηκε ότι, ο κίνδυνος εμφάνισης νευροπάθειας ήταν 3 φορές υψηλότερος στην ομάδα των καπνιστών. Μάλιστα στην ομάδα αυτή ο επιπολασμός της διαβητικής νευροπάθειας παρουσίασε θετική συσχέτιση με τη βαρύτητα του καπνίσματος. Τέλος, σε πρόσφατη μελέτη που έγινε στο Διαβητολογικό Κέντρο του Λαϊκού Νοσοκομείου, βρέθηκε ότι, το κάπνισμα μπορεί να προκαλέσει παράταση της μέσης διάρκειας του διαστήματος QTc στο ηλεκτροκαρδιογράφημα13. Η παράταση του διαστήματος QTc είναι γνωστό ότι, εγκυμονεί τον κίνδυνο έκλυσης κακοήθων καρδιακών αρρυθμιών.

Από τα παραπάνω στοιχεία γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι, το κάπνισμα έχει καταστροφικές συνέπειες για την υγεία των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης των χρόνιων επιπλοκών της νόσου. Η υιοθέτηση ενός υγιούς τρόπου ζωής, που να περιλαμβάνει τη διακοπή του καπνίσματος, σε συνδυασμό με την καλή γλυκαιμική ρύθμιση, πρέπει να είναι καθοριστικής σημασίας στόχος για την αντιμετώπιση της νόσου, έτσι ώστε τα άτομα με διαβήτη να μπορούν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή


Τεύχος 35 σελίδα 26 Πατήστε εδώ

Related Post