Ένα παιδί, από την στιγμή που θα ξεκινήσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, περνά περισσότερες από 30 ώρες στο σχολείο, εκτός του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Θεωρούμε ότι είναι υψίστης σημασίας, να υπάρχει συνεργασία μεταξύ ιατρικής ομάδας, γονέων και εκπαιδευτικών. Είναι απαραίτητο οι γονείς να ενημερώσουν με τις γνώσεις τους και, ει δυνατόν, με έντυπο υλικό, για το τι είναι ο διαβήτης, για τις καθημερινές ανάγκες του παιδιού και, φυσικά, για τις απαιτούμενες ενέργειες σε περίπτωση ανάγκης, όπως είναι η υπογλυκαιμία, ή η υπεργλυκαιμία, ή η χορήγηση ινσουλίνης. Θα πρέπει ο δάσκαλος να προσεγγίσει το παιδί με ιδιαίτερο τρόπο, έτσι ώστε το παιδί να απευθυνθεί άνετα σε αυτόν, όταν παραστεί ανάγκη.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμη μια ομάδα ειδικών, που να μπορεί να μετακινείται και να εκπαιδεύει τους δασκάλους, ή τους καθηγητές και τους συμμαθητές. Αισιοδοξούμε και ελπίζουμε αυτό να επιτευχθεί στο άμεσο μέλλον. Στην περίοδο οικονομικής κρίσης, που περνά η χώρα μας, είναι πολύ σημαντική η συμβολή των εκπαιδευτικών στην αντιμετώπιση του παιδιού με διαβήτη μέσα στο σχολικό περιβάλλον, διότι σε αντίθετη περίπτωση καθιστά έναν γονιό, συνήθως την μητέρα, άνεργη για να φροντίζει το παιδί στο σχολείο σε περίπτωση ανάγκης.
Η αντιμετώπιση του διαβήτη δεν είναι προσωπική, ή μόνο οικογενειακή «υπόθεση», μας αφορά όλους, πόσο μάλλον, όταν πρόκειται για τους μικρούς πολίτες της χώρας μας. Περιμένουμε από τους εκπαιδευτικούς την ανάλογη ευαισθησία. Ο ρόλος του σχολείου είναι σημαντικός, αφού, όπως γνωρίζουμε, αποτελεί την δεύτερη οικογένεια του παιδιού και το πρώτο κύτταρο της κοινωνίας, μετά την οικογένεια, με το οποίο έρχεται σε επαφή το παιδί. Κατ’ αρχήν λοιπόν, αλλάζει το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο δρα και αλληλεπιδρά το παιδί και κατά δεύτερον αλλάζει η ψυχοδυναμική του παιδιού, τα κίνητρα και οι αναπτυξιακές επιδιώξεις του. Η είσοδος στο σχολείο αποτελεί ορόσημο στη ζωή του παιδιού, η σχολική κοινότητα και οι καινούργιες εμπειρίες συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ταυτότητάς του και στην ανάπτυξη του «Εγώ» του.
Το νέο πλαίσιο εργασίας και αλληλεπιδράσεων θα δώσει ευκαιρίες για νέα αντίληψη της ατομικότητας, το αίσθημα δηλαδή του παιδιού για το ποιος είναι, το οποίο βέβαια σχετίζεται με τα αίσθημα της προσωπικής αξίας του παιδιού. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε, ότι ο βαθμός αυτοεκτίμησης ενός παιδιού καθορίζεται από την αξία που του αποδίδουν οι «άλλοι», των οποίων η γνώμη βαρύνει για τον εαυτό του, δηλαδή οι γονείς, τα αδέλφια, η ευρύτερη οικογένεια, το σχολικό περιβάλλον. Μέσα στην οικογένεια η μεροληψία των γονέων και η έλλειψη κοινού μέτρου δεν επιτρέπουν μια αντικειμενική εκτίμηση των ικανοτήτων του παιδιού. Η αποδοχή του είναι εκ των προτέρων δεδομένη. Αντίθετα μέσα στη σχολική κοινότητα τίποτα δεν είναι εξασφαλισμένο, όλα θα πρέπει να κατακτηθούν από το ίδιο το παιδί.
Η ύπαρξη μάλιστα του κοινού προγράμματος επιτρέπει την κοινωνική σύγκριση, απαραίτητη προϋπόθεση για μια καλύτερη αυτογνωσία. Κατά τη σχολική ηλικία το παιδί παρουσιάζει δύο νέα βασικά στοιχεία στην ψυχοδυναμική του: την τάση για παραγωγικότητα και την τάση για συμμετοχή στις ομάδες των συνομηλίκων. Είναι σαφές λοιπόν, ότι για να λειτουργήσει σωστά το παιδί με διαβήτη, όπως και κάθε παιδί, θα πρέπει να γίνει αποδεκτό, με τις ιδιαιτερότητες, που το χαρακτηρίζουν. Συχνά το παιδί με διαβήτη νιώθει ότι είναι «διαφορετικό» από τα άλλα παιδιά και συχνά διακατέχεται από τον φόβο της απόρριψης και της μη αποδοχής από τους συμμαθητές ή τον δάσκαλο. Στην περίπτωση, που τέτοιου είδους φόβοι δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά, υπάρχει ο κίνδυνος υιοθέτησης συμπεριφορών, όπως η απομόνωση, επιθετικότητα, η απόρριψη του εαυτού, ή ακόμα και η αυτοκαταστροφή (π.χ.
μοναχικότητα, μελαγχολία, παραίτηση από το πλαίσιο ρύθμισης, παραίτηση από συνηθισμένες δραστηριότητες). Το παιδί, συνεπώς, φοβάται ότι το ενδεχόμενο επεισόδιο μιας υπογλυκαιμίας, ή μιας υπεργλυκαιμίας, παρουσία των συμμαθητών, ή του δασκάλου ,το εκθέτει και αυτό του εντείνει τέτοιου είδους φόβους. Παρόμοιες αντιδράσεις επηρεάζουν την ομαλή προσαρμογή του παιδιού στο σχολείο. Συμπεριφορές, που θα πρέπει να ανησυχήσουν τους γονείς, ως προς την προσαρμογή του παιδιού στο σχολείο, είναι παρουσίαση σωματικών συμπτωμάτων, όπως αδιαθεσία, στομαχόπονοι κατά την προσέλευση στο σχολείο, αίσθημα μοναξιάς, μελαγχολίας, έντονο άγχος, αδυναμία συγκέντρωσης στην τάξη, αδιαφορία για τα μαθήματά του, δυσκολίες με τους συμμαθητές, ή με τον δάσκαλο, αίσθημα μειονεξίας και απαισιοδοξίας, όσον αφορά τις μαθητικές επιδόσεις. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τέτοιου είδους συμπεριφορές δεν δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό της «τεμπελιάς», ή «του κακού χαρακτήρα», και ότι τα πραγματικά αίτια μπορούν, μέσω της έγκαιρης διάγνωσης και της κατάλληλης αντιμετώπισης, να επιλυθούν ικανοποιητικά.
Η συλλογική αντιμετώπιση της κατάστασης σε συνεργασία με τους γονείς, τον δάσκαλο, το προσωπικό του σχολείου, και, τέλος, με τους συμμαθητές είναι η ιδανική περίπτωση. Πολλές φορές συμβαίνει οι εκπαιδευτικοί από ελλιπή ενημέρωση, ή άγνοια, να θεωρούν ότι ένα παιδί με διαβήτη χρειάζεται ιδιαίτερη μεταχείριση, ή, από έγνοια για αυτό που του συμβαίνει, να μην έχουν τις ίδιες απαιτήσεις και να το ξεχωρίζουν από τα άλλα παιδιά. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις ,τόσο των γονέων, όσο και του /των δασκάλων επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη σχολική συμπεριφορά και τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών. Η ενθάρρυνση του ενδιαφέροντος και του ενθουσιασμού του παιδιού να χρησιμοποιεί τις ικανότητές του και να αποκτά δεξιότητες, θα εδραιώσει στη ψυχή του παιδιού το συναίσθημα της εργατικότητας και της φιλοπονίας. Η δυσκολία αφορά κυρίως τα παιδιά προσχολικής ηλικίας και τα παιδιά του δημοτικού.
Αναφορικά με τα παιδιά του Γυμνασίου ή του Λυκείου, θα πρέπει οι καθηγητές να χειρίζονται τους νέους μας με διαβήτη με κατανόηση και διακριτικότητα. Αυτό, που θα πρέπει σε κάθε περίπτωση και σε κάθε ηλικία να θυμόμαστε, είναι ότι τα παιδιά και οι νέοι με διαβήτη έχουν τις ίδιες μαθησιακές ικανότητες με όλους τους συνομηλίκους τους. Για τον λόγο αυτό δικαιούνται και τις ίδιες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και στη γνώση. Δεν θα πρέπει ο διαβήτης να είναι δικαιολογία για ιδιαίτερο χειρισμό, παρά μόνο όσον αφορά το χειρισμό του διαβήτη τους. Καλή σχολική χρονιά!
Συμβουλές για τους εκπαιδευτικούς:
Στο παιδί προσχολικής ηλικίας, ή σε κάποιο παιδί με ανώριμη συμπεριφορά, θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι το κολατσιό και τα γεύματα έχουν ληφθεί σωστά, δηλαδή το παιδί έχει φάει όλο το κολατσιό, ή το γεύμα, που του έχει δοθεί από το σπίτι.
Αυτή η επίβλεψη επιβάλλεται, αν το θεραπευτικό σχήμα διαβήτη του παιδιού απαιτεί ενέσεις ινσουλίνης τις σχολικές ώρες.
Το προσωπικό του σχολείου πρέπει να μπορεί να αναγνωρίσει τα συμπτώματα, που «ανακοινώνουν» μια υπογλυκαιμία.
Πρέπει να επιτρέπεται στο παιδί να μπορεί να διορθώσει άμεσα υπογλυκαιμική αντίδραση καταναλώνοντας τους απαραίτητους γρήγορους υδατάνθρακες, είτε βρίσκεται στην τάξη, ή σε οποιονδήποτε σχολικό χώρο.
Σε περίπτωση υπογλυκαιμίας το παιδί δεν πρέπει να μείνει ασυνόδευτο, παρά μόνο όταν συνέρθει εντελώς.
Επαναλαμβανόμενοι έμετοι μπορεί να σηματοδοτούν μια σοβαρή ιατρική κατάσταση και οι γονείς πρέπει άμεσα να ειδοποιηθούν.
Ελάχιστοι λόγοι άμεσα συνδεδεμένοι με τον διαβήτη μπορούν να δικαιολογήσουν συχνές, ή μεγάλες σχολικές απουσίες. Σε περίπτωση συχνών, ή παρατεταμένων σχολικών απουσιών, οι γονείς πρέπει να ενημερωθούν άμεσα και να αντιμετωπίσουν το θέμα με την ιατρική ομάδα, που παρακολουθεί το παιδί.
Τεύχος 32 σελίδα 38 Πατήστε εδώ